Την παραμονή των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, μόλις σκοτεινιάσει, βγαίνουν τα παιδιά κατά παρέες και λένε τα κάλαντα. Από δυο-τρεις μέρες πριν, τους έχουν πει οι μητέρες τους τα τραγούδια πού θα πουν σε κάθε σπίτι. Εκτός από τα μικρά παιδιά, μετά το δείπνο βγαίνουν κι οι μεγάλοι με βιολιά και τα «λένε» μέχρι το πρωί. Σε κάθε παρέα πρέπει να είναι ένας καλός στιχοπλόκος αναγνωρισμένης ποιητικής αξίας για ν’ αυτοσχεδιάζει τα δίστιχα πού θα τραγουδιούνται έξω από κάθε σπίτι.
Πριν αρχίσουν τα δίστιχα, πού επί τόπου αυτοσχεδιάζουν, τραγουδούν τα κάλαντα, τα συνηθισμένα δηλαδή στιχάκια.
“Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
ψηλή μου δενδρολιβανιά
κι αρχή καλός μας χρόνος
εκκλησιά με τα’ άγιο θρόνος”.
ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΙΝΙΔΑΡΟ
Αρχιμενιά, κι αρχιχρονιά κι αρχή καλός σας χρόνος,
Αη Βασίλης έρχεται κι α’ πόθε κατεβαίνει,
από τση μάνας τ’ έρχεται και στο σχολειό του πάει,
Τρεις Ιεράρχαι τ’ απαντούν μέσα στο σταυροδρόμι.
-Βασίλη α’ πόθεν έρχεσαι κι α’ πόθε κατεβαίνεις;
-Από τση μάνας μ’ έρχομαι και στο σχολειό μου πάω.
-Κάτσε να φας, κάτσε να πιης, κάτσε να τραγουδήσης.
-Μα ‘γώ γράμματα μάθαινα, τραγούδια δεν ηξεύρω.
-Σαν και ξέρεις γράμματα, πες μας την άλφα – βήτα.
Και το ραβδάκι ακουμπά, να πη την άλφα – βήτα
και το ραβδί ξερό ‘τανε, χλωρά βλαστάρια πέτα
κι απάνω στσι χλωρούς βλαστρούς περδίκια φωλεμένα,
όχι περδίκια μοναχά, μόνον και χελιδόνια
και κάτω στα ριζάρια του πηγάδια και λιβάδια,
που κατεβαίνουν τα πουλιά και πίνουν κι ανεβαίνουν
και βρέχουν τις φτερούγες των και περιχούν τον κόσμο
κι αλούζουν τον αφέντη μας, τον πολυχρονεμένο.
T’ αφέντη
Μα σένα, ‘φέντη, πρέπει σου δαμασκηνό τραπέζι,
όνταν αθή η δαμασκηνιά ν’ αθή και το τραπέζι.
Μα πάλι ξαναπρέπει σου, να τρως κουλούρι’ αφράτα
και τον αθό της λεμονιάς να γεύεσαι σαλάτα.
Μα πάλι ξαναπρέπει σου, το σίδερο κοντάρι,
πόχεις τα μπράτσα δυνατά κι είσαι και παλληκάρι.
Μα πάλι ξαναπρέπει σου καριόλα να κοιμάσαι,
βελούδο να σκεπάζεσαι, να μην κρυολογάσαι.
Της κεράς
Έπόπαμε τ’ αφέντη μας, να πούμε της κεράς μας.
-Κερά μαρμαροτράχηλη, και γασταρολαιμούσα,
-κερά, στη μέση τον σπιτιού, χρυσή λαμπάδα στέκει,
φέγγουν οι ναύτες και δειπνούν και τα καράβια ‘ράζουν,
φέγγουν και τα ναυτόπουλα και πάνε και υπνούνε.
Της Κόρης
Επόπαμε και τση κεράς ας πούμε και τση κόρης.
Κερά, τη θυγατέρα σου, κερά την ακριβή σου,
οχτώ μικροί την αγαπούν και δεκαχτώ μεγάλοι
κι ο πρώτος που την αγαπά, του πρέπει να την πάρη.
Απ’ το χεράκι την αρπά και σκάλες κατεβαίνει,
κάθε σκαλί τονε ρωτά, κάθε σκαλί τση λέγει,
-Κόρη να γίνης φρόνιμη, να γίνης διωματούσα.
-Σαν θες να γίνω φρόνιμη, να γίνω διωματούσα,
άμε κι αγόρασε σπαθί και σκιάδι τσιμουχένιο,
να μπης να βγης στον πόλεμο, να φαίνεσ’ ανδρειωμένος,
τότες θά γίνω φρόνιμη θά γίνω διωματοΰσα.
Του γιου
Επόπαμε τση κόρης μας, να πούμε και του γιου μας.
Εδώ ‘ναι ο γιος κι ο καλογιός κι ο καλαναθρεμμένος,
είναι στον κιούρη τ’ ακριβός στη μάνα χαϊδεμένος.
Και εις έτη πολλά.
Αφηγ. Στ. Γκούφας
(Τα άλλα Κάλαντα που είναι και σήμερα γνωστά και τραγουδιόντουσαν και στον Κινίδαρο, είναι τα Πελοποννησιακά ή λεγόμενα “Πανελλήνια”. Αυτά στον Κινίδαρο τα λέγανε “Χτενάδικα” γιατί τα τραγουδούσαν οι Μωραΐτες. Οι Μωραΐτες πηγαίνανε στο χωριό για να επισκευάσουνε τα χτένια απ’ τις κρεββαταριές και τους λέγανε “χτενάδες”.)
ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΩΜΙΑΚΗ
Ι. Πάλιν ακούσατε άρχοντες πάλι να σας ειπούμε
ότι και αύριον έστι ανάγκη να χαρούμε
και να πανηγυρίσουμε Περιτομή Κυρίου
και Εορτή του Μάκαρος Μεγάλου Βασιλείου.
Κάμνω λοιπόν αρχή καλή επαίνους να συνθέσω
τον Άγιο Βασίλειο δια να επαινέσω.
Να σας ειπώ τα θαύματα που έκανε ατός του
με του θεού τη δύναμη που ήτο βοηθός του.
Παρά θεού ο θαυμαστός ήτο πεφωτισμένος
με κάθε άλλην αρετή μικρός μαθητευμένος.
Της Καισαρείας γέννημα, βλαστός Καππαδοκίας,
ο ποιητής και λυτρωτής της θείας Λειτουργίας.
Είχεν και το αξίωμα της αρχιεροσύνης,
εχθρός των έργων των κακών, φίλος της ευφροσύνης.
Αρχιερείς τον σέβονται, παπάδες τον τιμώσι,
οι άρχοντες και ο λαός σκυφτοί τον προσκυνούσι.
Είντα πολυλογώ λοιπόν τα προτερήματα του,
όλοι κοινώς τα ξέρομεν τα κατορθώματα του.
Δίδομεν λοιπόν είδηση σε όλη την οικία,
αύριον είν’ Περιτομή κι υμνεί η Εκκλησία.
Και σας καληνυχτίζαμε, πέσετε κοιμηθείτε
κι ευχαριστήσετε κι εμάς καθ’ όσον ημπορείτε.
Και μη λυπήσθε άρχοντες Βενετικά φλουριά.
Ισπανικά ή Γαλλικά, ω τί φιλαργυρία!!
II. Αρχιμενιά και Αρχιχρονιά
ψηλή μου δεντρολιβανιά
κι αρχή καλός μας χρόνος
Εκκλησά με τ’ άγιο θρόνος.
Αρχή που βγήκε ο Χριστός
Άγιος και Πνευματικός,
στη γη να περπατήσει
και να μας καλοκαρδίσει.
Εσένα πρέπει Αφέντη μου,
μπέη μου και λεβέντη μου,
το σίδερο κοντάρι
γιατ’ έχεις μπράτσα δυνατά
κι είσαι και παλικάρι.
Και πάλι ξαναπρέπει σου καρέκλα καρυδένια,
για ν’ ακουμπάς τη μέση σου τη μαργαριταρένια.
Και πάλι ξαναπρέπει σου καριόλα να κοιμάσαι,
βελούδα να σκεπάζεσαι να μην κρυολογάσαι.
Πολλά ‘παμε τ’ αφέντη μας
του μπέη και λεβέντη μας,
ας πούμε τση κεράς μας
τση σπιτονοικοκυράς μας.
Κερά ψηλή, κερά λιγνή, κερά καμαροφρύδα
οντάς σειστείς και υλιστείς και πας στην Εκκλησά σου
οι στράτες ρόδα γέμισαν από την εμορφιά σου.
Πολλά ‘παμε και τση κεράς ας πούμε γκαι τση κόρης.
Έχετε κόρην έμορφη γραμματικός τη θέλει
κι αν είναι και γραμματικός πολλά προικιά γυρεύει.
Γυρεύει αμπέλια ατρύγητα, λιβάδια με τα στάχυα,
γυρεύει και τη Βενετία μ’ όλα της τα καράβια.
Πολλά ‘παμε τση κόρη σας ας πούμε γκαι του γιου σας.
Έχεις και γιο στα γράμματα βάρ’ τόνε στο ψαρτήρι,
του χρόνου σαν και σήμερα να βάλει πετραχήλι.
(Αφήγηση Ν. Κ. Κορρέ)
Κάλαντα Πρωτοχρονιάς στο χωριό Τρίποδες (Βίβλος) της Νάξου. Τζαμπούνα (Γιώργος Ρεφενές) και τουμπάκι (Γιώργος Απειρανθίτης).3
Το βίντεο οφείλω στην Kikitripodesnaxos (http://www.youtube.com/kikitripodesnaxos
Κάλαντα ,Τρίποδες Νάξου 1976. Τσαμπονάτορας Γιώργος Ρεφενές (από το κανάλι του στο Youtube: http://www.youtube.com/user/refgeo)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου