Τον ποιητή Νικηφόρο Βρεττάκο αποφάσισε να τιμήσει φέτος η Λέσχη Ανάγνωσης της “Βιβλιοθήκης Ανωμερίτη” του Συλλόγου Φιλωτιτών Νάξου στις 27-29 Ιουλίου 2012 στο Πολιτιστικό Κέντρο του ΣΦΝ στο Φιλώτι. Όπως είναι γνωστό το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ) έχει ανακηρύξει το 2012 ως έτος Βρεττάκου με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννησή του. Στην κύρια ετήσια εκδήλωσή της η Βιβλιοθήκη Ανωμερίτη θα τελέσει επίσης λογοτεχνική βραδιά μνήμης για δύο μεγάλους Ναξιώτες, τον Ιάκωβο Καμπανέλλη και τον
Γεώργιο-Αλέξανδρο Μαγκάκη, που έφυγαν πέρυσι από τη ζωή.
Το πρόγραμμα των εκδηλώσεων είναι το ακόλουθο:
Παρασκευή 27 Ιουλίου, ώρα 20:15΄
Εγκαίνια έκθεσης του ΕΚΕΒΙ για το Νικηφόρο Βρεττάκο.
Λογοτεχνική βραδιά για το έργο του μεγάλου μας ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου.
Ομιλητές: Ο Κώστας Βρεττάκος, γιος του ποιητή.
Ο ποιητής Αντώνης Φωστιέρης εκδότης του περιοδικού “Η ΛΕΞΗ” εργογράφος του Νικηφόρου Βρεττάκου.
Ο Γιώργος Ανωμερίτης.
Προβολή ταινίας.
Σάββατο 28 Ιουλίου, ώρα 20:15΄
“Το ποιητικό έργο του Καμπανέλλη και του Μαγκάκη μέσα από τον θεατρικό και πολιτικό τους λόγο”.
Ομιλητές: Ο νομικός και συγγραφέας Αντώνης Βγόντζας και
Οι Γιώργος Ανωμερίτης, Αντώνης Τζιώτης και
άλλοι ειδικά καλεσμένοι για το έργο των δύο μεγάλων ναξιωτών.
Θα προβληθούν ταινίες από τη ζωή και το έργο τους.
Κυριακή 29 Ιουλίου, ώρα 20:30΄
Μουσική σε ποίηση Βρεττάκου και Καμπανέλλη (Θεοδωράκη, Χατζηδάκι, Ξαρχάκου, Παπαστεφάνου).
Προβολή της κλασικής ταινίας του ελληνικού κινηματογράφου “Η Στέλλα” σε σκηνοθεσία Μιχ. Κακογιάννη, η οποία είναι βασισμένη στο έργο του Καμπανέλλη “Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια”.
Οι ετήσιες λογοτεχνικές εκδηλώσεις της «Βιβλιοθήκης Ανωμερίτη» του Σ.Φ.Ν. αποτελούν πλέον θεσμό για τα πολιτιστικά δρώμενα της Νάξου, αφού είναι η 6ηχρονιά διοργάνωσής τους με γνωστά προηγούμενα τον Σεφέρη και τη Ναξιώτισσα μητέρα του, τον Ρίτσο και τη σχέση της αδελφής του με την Απείρανθο, τον Καζαντζάκη και τις σπουδές του στο Κάστρο της Χώρας τον κύκλο των Κυκλαδιτών ποιητών (Τίτος Πατρίκιος, Αντώνης Φωστιέρης) και τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και τη σχέση του με τη Νάξο.
Σημειώνεται ότι η «Βιβλιοθήκη Ανωμερίτη» του Συλλόγου Φιλωτιτών Νάξου δραστηριοποιείται κυρίως τη χειμερινή περίοδο μέσω της «Λέσχης Ανάγνωσης Βιβλίου», της «Παιδικής Λέσχης» και εβδομαδιαία με παιδικό κινηματογράφο και επιλεγμένους κύκλους ταινιών για ενήλικους, παιδικό θέατρο κ.α. Τη «βιβλιοθήκη» έχουν κατά καιρούς επισκεφθεί και μιλήσει για το έργο τους σπουδαίοι Έλληνες λογοτέχνες όπως η Άλκη Ζέη, η Ιωάννα Καρύστιανη, η Μαρίνα Αλεξάνδρου, ο Πέτρος Μάρκαρης, η Ελένη Δικαίου, η Μάρω Δούκα, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Αντώνης Φωστιέρης, ο Γιώργος Μαρκόπουλος, ο Δημήτρης Δασκαλόπουλος, η Μαρία Στασινοπούλου, ο Πάτροκλος Σταύρου κ.α., καθώς επίσης και σκηνοθέτες, όπως ο Παντελής Βούλγαρης και ο Γιάννης Σμαραγδής.
Βιογραφικό Σημείωμα
Τόπος Γέννησης: Κροκεές
Έτος Γέννησης: 1912
Έτος Θανάτου: 1991
Λογοτεχνικές Κατηγορίες: Πεζογραφία, Ποίηση, Δοκίμιο, Μετάφραση
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΒΡΕΤΤΑΚΟΣ (1912-1991)
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1912 στο χωριό Κροκεές της Λακωνίας, όντας ο δευτερότοκος γιος του Κωνσταντίνου Βρεττάκου και της Ευγενίας Παντελεάκη.
Πέρασε τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του μεταξύ Πλούμιτσας, Κροκεών και Γυθείου. Αναχώρησε για την Αθήνα το 1929 με στόχο να ξεκινήσει –μάταια, λόγω οικονομικών δυσχερειών και προβλημάτων υγείας στην οικογένεια– πανεπιστημιακές σπουδές. Προσλήφθηκε ως υπάλληλος αρχικά σε εταιρεία υδραυλικών έργων αποξήρανσης ενώ στη συνέχεια, έως το 1932, έκανε διάφορες περιστασιακές χειρωνακτικές εργασίες. Στο μεταξύ, εξέδωσε δύο ποιητικές συλλογές («Κάτω από σκιές και φώτα», 1929 και «Κατεβαίνοντας στη σιγή των αιώνω», 1933), οι οποίες έλκυσαν το ενδιαφέρον του λογοτεχνικού κόσμου – προκαλώντας ιδιαίτερα την προσοχή του Κωστή Παλαμά. Το επόμενο βιβλίο του («Ο πόλεμος») οδηγήθηκε στην πυρά από το καθεστώς Μεταξά.
Ακολουθώντας τα βήματα του χωροχρόνου του, ο ποιητής στρατεύτηκε αμέσως μετά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου. Με την κατάρρευση του μετώπου, το 1941, επέστρεψε πεζή στην Αθήνα. Γρήγορα εντάχθηκε στην Εθνική Αντίσταση (ΕΑΜ). Οι ημερολογιακές σημειώσεις του από αυτή την περίοδο αποτέλεσαν τη βάση του βιβλίου του «Το αγρίμι». Συμμετείχε στην κινητοποίηση των Ελλήνων λογοτεχνών συνυπογράφοντας τη διαμαρτυρία “Προς τη Δ’ Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων και τη Διεθνή Κοινή Γνώμη: Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την Δημοσίαν Τάξιν και την ακεραιότητα της χώρας”. Αυτή την περίοδο συνεργάστηκε με το περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα», του οποίου λίγο αργότερα διετέλεσε αρχισυντάκτης, διευθυντής και εκδότης. Ταυτόχρονα απολύθηκε από το Υπουργείο Εργασίας εξαιτίας των πολιτικών φρονημάτων του.
Το 1948 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Σικελιανό συνδεόμενος μαζί του με στενή φιλία ενώ επίσης γνωρίστηκε και συνδέθηκε φιλικά και πνευματικά με τους Τατιάνα και Ροζέ Μιλλιέξ. Στο μεταξύ διαγράφηκε από το ΚΚΕ και απομακρύνθηκε από τη διεύθυνση των «Ελεύθερων Γραμμάτων» εξαιτίας του λυρικού δράματος «Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου». Ως δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Πειραιά (1955-1959) ανέπτυξε αξιοσημείωτη πολιτιστική δράση (ίδρυση Πειραϊκού Θεάτρου του Δημήτρη Ροντήρη, Ιστορικού Αρχείου, Φιλαρμονικής Πειραιώς, Δημοτικής Πινακοθήκης).
Το 1958, μετά από επίσκεψή του στη Ρωσία κυκλοφόρησε το βιβλίο «Ο ένας από τους δύο κόσμους», με αφορμή το οποίο κατηγορήθηκε (μαζί με τους Γιάννη Ρίτσο και Μάρκο Αυγέρη) για παράβαση του Ν.509.
Τα επόμενα χρόνια συνάντησε μεγάλες δυσκολίες οικονομικής επιβίωσης. Ανάμεσα σ’ άλλα, εργάστηκε ως ιματιοφύλακας στο Εθνικό Θέατρο (1964) με παρέμβαση του Λουκή Ακρίτα. Μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, ο ποιητής αυτοεξορίστηκε στην Ελβετία από όπου ταξίδεψε ανά την Ευρώπη (Βουκουρέστι, Βενετία, Δαλματικές ακτές, Ζάγκρεμπ, Ρώμη, Παρίσι, Βirmingham, Λονδίνο, Παλέρμο, Μόναχο). Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ευρώπη συμμετείχε σε ραδιοφωνικές εκπομπές και σε φεστιβάλ ποίησης, τιμήθηκε από ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, και επεξεργάστηκε το αυτοβιογραφικό κείμενο «Οδύνη» που εκδόθηκε το 1969 στη Νέα Υόρκη.
Επέστρεψε στην Αθήνα κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Η Ακαδημία Αθηνών των τίμησε με το Βραβείο Ουράνη. Δώδεκα χρόνια αργότερα, ανακηρύχθηκε μέλος της (26 Φεβρουαρίου 1986). Λίγο προτού πεθάνει (4 Αυγούστου 1991, στην Πλούμιτσα) αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος Φιλολογίας του Εθικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Επίσης, τιμήθηκε με το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1940, 1956, 1982), το Βραβείο Knocken και το Βραβείο της Εταιρείας Σικελικών Γραμμάτων και Τεχνών (1980), το Αριστείο Γραμμάτων από την Ακαδημία Αθηνών (1982), το Βραβείο του Τιμίου Σταυρού του Απόστολου και Ευαγγελιστού Μάρκου από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής (1984), το Μετάλλιο του Χρυσού Πηγάσου από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (1989). Προτάθηκε τέσσερις φορές για το βραβείο Νοbel λογοτεχνίας. Τιμήθηκε από πολλούς δήμους ανά την Ελλάδα, ανακηρύχτηκε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών μαζί με το Γιάννη Ρίτσο και το Γιώργο Βαλέτα (1984), επίτιμος Πρόεδρος της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά, επίτιμο μέλος του Παρνασσού.
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου 1912 στο χωριό Κροκεές της Λακωνίας, όντας ο δευτερότοκος γιος του Κωνσταντίνου Βρεττάκου και της Ευγενίας Παντελεάκη.
Πέρασε τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του μεταξύ Πλούμιτσας, Κροκεών και Γυθείου. Αναχώρησε για την Αθήνα το 1929 με στόχο να ξεκινήσει –μάταια, λόγω οικονομικών δυσχερειών και προβλημάτων υγείας στην οικογένεια– πανεπιστημιακές σπουδές. Προσλήφθηκε ως υπάλληλος αρχικά σε εταιρεία υδραυλικών έργων αποξήρανσης ενώ στη συνέχεια, έως το 1932, έκανε διάφορες περιστασιακές χειρωνακτικές εργασίες. Στο μεταξύ, εξέδωσε δύο ποιητικές συλλογές («Κάτω από σκιές και φώτα», 1929 και «Κατεβαίνοντας στη σιγή των αιώνω», 1933), οι οποίες έλκυσαν το ενδιαφέρον του λογοτεχνικού κόσμου – προκαλώντας ιδιαίτερα την προσοχή του Κωστή Παλαμά. Το επόμενο βιβλίο του («Ο πόλεμος») οδηγήθηκε στην πυρά από το καθεστώς Μεταξά.
Ακολουθώντας τα βήματα του χωροχρόνου του, ο ποιητής στρατεύτηκε αμέσως μετά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου. Με την κατάρρευση του μετώπου, το 1941, επέστρεψε πεζή στην Αθήνα. Γρήγορα εντάχθηκε στην Εθνική Αντίσταση (ΕΑΜ). Οι ημερολογιακές σημειώσεις του από αυτή την περίοδο αποτέλεσαν τη βάση του βιβλίου του «Το αγρίμι». Συμμετείχε στην κινητοποίηση των Ελλήνων λογοτεχνών συνυπογράφοντας τη διαμαρτυρία “Προς τη Δ’ Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων και τη Διεθνή Κοινή Γνώμη: Περί εκτάκτων μέτρων κατά των επιβουλευομένων την Δημοσίαν Τάξιν και την ακεραιότητα της χώρας”. Αυτή την περίοδο συνεργάστηκε με το περιοδικό «Ελεύθερα Γράμματα», του οποίου λίγο αργότερα διετέλεσε αρχισυντάκτης, διευθυντής και εκδότης. Ταυτόχρονα απολύθηκε από το Υπουργείο Εργασίας εξαιτίας των πολιτικών φρονημάτων του.
Το 1948 γνωρίστηκε με τον Άγγελο Σικελιανό συνδεόμενος μαζί του με στενή φιλία ενώ επίσης γνωρίστηκε και συνδέθηκε φιλικά και πνευματικά με τους Τατιάνα και Ροζέ Μιλλιέξ. Στο μεταξύ διαγράφηκε από το ΚΚΕ και απομακρύνθηκε από τη διεύθυνση των «Ελεύθερων Γραμμάτων» εξαιτίας του λυρικού δράματος «Δυο άνθρωποι μιλούν για την ειρήνη του κόσμου». Ως δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Πειραιά (1955-1959) ανέπτυξε αξιοσημείωτη πολιτιστική δράση (ίδρυση Πειραϊκού Θεάτρου του Δημήτρη Ροντήρη, Ιστορικού Αρχείου, Φιλαρμονικής Πειραιώς, Δημοτικής Πινακοθήκης).
Το 1958, μετά από επίσκεψή του στη Ρωσία κυκλοφόρησε το βιβλίο «Ο ένας από τους δύο κόσμους», με αφορμή το οποίο κατηγορήθηκε (μαζί με τους Γιάννη Ρίτσο και Μάρκο Αυγέρη) για παράβαση του Ν.509.
Τα επόμενα χρόνια συνάντησε μεγάλες δυσκολίες οικονομικής επιβίωσης. Ανάμεσα σ’ άλλα, εργάστηκε ως ιματιοφύλακας στο Εθνικό Θέατρο (1964) με παρέμβαση του Λουκή Ακρίτα. Μετά το πραξικόπημα των συνταγματαρχών, ο ποιητής αυτοεξορίστηκε στην Ελβετία από όπου ταξίδεψε ανά την Ευρώπη (Βουκουρέστι, Βενετία, Δαλματικές ακτές, Ζάγκρεμπ, Ρώμη, Παρίσι, Βirmingham, Λονδίνο, Παλέρμο, Μόναχο). Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ευρώπη συμμετείχε σε ραδιοφωνικές εκπομπές και σε φεστιβάλ ποίησης, τιμήθηκε από ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, και επεξεργάστηκε το αυτοβιογραφικό κείμενο «Οδύνη» που εκδόθηκε το 1969 στη Νέα Υόρκη.
Επέστρεψε στην Αθήνα κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης. Η Ακαδημία Αθηνών των τίμησε με το Βραβείο Ουράνη. Δώδεκα χρόνια αργότερα, ανακηρύχθηκε μέλος της (26 Φεβρουαρίου 1986). Λίγο προτού πεθάνει (4 Αυγούστου 1991, στην Πλούμιτσα) αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Τμήματος Φιλολογίας του Εθικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Επίσης, τιμήθηκε με το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1940, 1956, 1982), το Βραβείο Knocken και το Βραβείο της Εταιρείας Σικελικών Γραμμάτων και Τεχνών (1980), το Αριστείο Γραμμάτων από την Ακαδημία Αθηνών (1982), το Βραβείο του Τιμίου Σταυρού του Απόστολου και Ευαγγελιστού Μάρκου από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και Πάσης Αφρικής (1984), το Μετάλλιο του Χρυσού Πηγάσου από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών (1989). Προτάθηκε τέσσερις φορές για το βραβείο Νοbel λογοτεχνίας. Τιμήθηκε από πολλούς δήμους ανά την Ελλάδα, ανακηρύχτηκε επίτιμος πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών μαζί με το Γιάννη Ρίτσο και το Γιώργο Βαλέτα (1984), επίτιμος Πρόεδρος της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών του Πειραιά, επίτιμο μέλος του Παρνασσού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου