Από της εποποιία της Εθνικής Αντίστασης
Ήρωες Κυκλαδίτες
Μανώλης Γλέζος: Το παλληκάρι της Νάξου που με ένα αφάνταστο κατόρθωμα δίνει το σύνθημα της ενάρξεως του αγώνα αντιστάσεως.
Η διεύθυνση των Κυκλαδικών Νέων» στην προσπάθειά της να προσφέρει στο αναγνωστικό κοινό της εφημερίδας ύλη με περιεχόμενο που να ανταποκρίνεται στις νέες συνθήκες που δημιούργησε ο τελευταίος παγκόσμιος πόλεμος καθιερώνει από το πρώτο φύλλο της Β περιόδου τη στήλη των ηρώων Κυκλαδιτών. Είναι φυσικό και δίκαιο όταν ο ιστορικός μεθαύριο αναζητήσει να αναγράψει ό,τι ευγενικό και μεγάλο συντελέστηκε από το μαρτυρικό μας λαό, να βρει ετοιμασμένα από εμάς τους ίδιους τα συγκεκριμένα στοιχεία για τις πράξεις των Κυκλαδιτών εκείνων που ελάμπρυναν και λαμπρύνουν την ιστορία της πατρίδας μας.
Και είναι τριπλά περήφανη η Διεύθυνση των Κ.Ν. όταν στο πάνθεο αυτό των θεμελιωτών της ελληνικής εποποιίας έχει να κατατάξει σαν πρώτο, μέσα στους πρώτους αγωνιστές του Έθνους το Μανώλη Νίκου Γλέζο.
Ο Μανώλης Ν. Γλέζος -παιδί του ιδρυτή της εφημερίδας Ν. Εμ. Γλέζου που τόσο άδικα και πρόωρα χάθηκε- είναι γέννημα θρέμμα Κυκλαδίτη, Ναξιώτη, Απεραθίτη, χωρίς να ξεχνάμε και την παριανή φλέβα του.
Ο Αθηναϊκός τύπος στις 25-3-45 αφιέρωσε τρίστηλα και τετράστηλα άρθρα για να περιγράψει το ασύλληπτο σε θάρρος και πατριωτισμό τόλμημα του Μανώλη Γλέζου και του φίλου του Αποστόλου Σάντα, στις 30 του Μάη του 1941.
Το Μάη του 1941, όταν όλα γύρω και μέσα στις ψυχές μας είχαν σκοτεινιάσει, από την καταθλιπτική σκιά της φασιστικής σκλαβιάς, η Ιερή φλόγα της πίστης για τη λευτεριά μας εφώτιζε και εθέρμαινε τις καρδιές των πρώτων αγωνιστών του ξεσκλαβωμού μας.
Το Μάη του 1941 ο Μανώλης Ν. Γλέζος δε στάθηκε μόνο ο πυρφόρος, το σύνθημα, η απαρχή δηλαδή του νέου τρόπου που όφειλαν οι έλληνες να πολεμήσουν τον εχθρό, μα πιστός συνεχιστής του προγονικού αγώνα για τη διάσωση του πανευρωπαϊκού πολιτισμού, ωρθώθηκε ως το βράχο της Ακρόπολης και ανάβοντας με τη φλόγα της νιότης του τη δάδα της ατρόμητης πάλης, φώτισε το δρόμο του Χρέους.
Το προσκλητήριο είχε σημάνει.
Για μια ακόμη φορά ο Ελληνικός Λαός, με μόνο εφόδιο το θάρρος, την πίστη ξεσηκωνότανε να ανακόψει τη σκοτεινή πορεία των βαρβάρων.
Οι Αθηναϊκές εφημερίδες «Εστία» και «Ελευθερία» γράφουν: «Εστία, 26-03-1945. Απεκαλύφθησαν χθες τα ονόματα των δύο νεαρών Ελλήνων οι οποίοι τη νύκτα της 30ης προς την 31ην Μαΐου 1941, την επομένην ακριβώς της πλήρους υποδουλώσεως της Ελλάδος δια της καταλήψεως όλης της Κρήτης, είχον το απαράμιλλον θάρρος να ανέλθουν δια μιας παναρχαίας υπογείου σήραγγος εις την Ακρόπολιν κ.λ.π. Όλοι οι Αθηναϊοι ενθυμούνται ακόμη τον ειλικρινή ενθουσιασμόν, που τους ενέπνευσε το κατόρθωμα αυτό –μοναδικόν εις την ιστορίαν της Γερμανοκρατούμενης Ευρώπης- και την απερίγραπτον λύσσαν που προκάλεσαν εις τους Γερμανούς φθάσαντας μέχρι του να καταδικάσουν όλους τους Αθηναίους εις την τιμωρίαν του κλεισίματος εις τα σπίτια των από τας οκτώ το βράδυ».
«Ελευθερία» 25-03-1945 Εκτός του κυρίου άρθρου με τον τίτλο «Άξιοι» στο οποίο αναφέρει την ηρωική πράξη αυτή σαν μια από τις αξιόλογες αποδείξεις πως είμαστε αντάξιοι πρόγονοι των ηρώων του 1821, αφιερώνει τετράστηλο ειδικό άρθρο
«…Γιατί τα δύο αυτά παλληκάρια που άρχισαν πρώτα τον αγώνα της αντιστάσεως, ενσαρκώνουν και συμβολίζουν ολόκληρη την ψυχή του έθνους, του νέου και του υγείους αυτού Έθνους, που θέλει να δράση και να ζήση…»
Ας δώσουμε το λόγο στον ίδιο το Μανώλη Γλέζο να μας αφηγηθεί πως επιτελέστηκε ο άθλος αυτός από τον ίδιον και το φίλο του, που μαζί αγωνίστηκαν από την αρχή ω το τέλος.
«…Το απόγευμα, στις 30 του Μάη το 1941 χωθήκαμε στο δασάκι των πεύκων, που βρίσκεται στη βορεινή πλευρά της Ακροπόλεως –είχαμε δει Γερμανούς στρατιώτες στα προπύλαια- και κατά τις 10μ.μ. από ένα άνοιγμα που υπάρχει στην πλευρά αυτή –φαίνεται από το Μοναστηράκι- εισχωρήσαμε στο χώρισμα που υπάρχει ανάμεσα στα τείχη και το βράχο και ανεβήκαμε στην επιφάνεια από κάτι σκαλωσιές και μαδέρια που υπήρχαν εκεί. Προσεκτικά και σιγά προχωρήσαμε μέχρι το κοντάρι που είχε υψωθεί το ναζιστικό σύμβολο και ύστερα από δραματικές προσπάθειες, γιατί είχαν μπλεχθεί τα σύρματα κι από πολλές αναρριχήσεις στον κοντό, το ρίξαμε κάτω. Τρελλοί από χαρά πηδούσαμε απάνω του, αγκαλιαζόμαστε και καταπατούσαμε τον αγκυλωτό σταυρό. Κόψαμε και από ένα κομμάτι ο καθένας κοντά στον αγκυλωτό σταυρό. (Τα κομμάτια καταστράφηκαν στην περίοδο της τρομοκρατίας από τις μανάδες μας). Φεύγοντας από το ίδιο μέρος τη ρίξαμε μέσα στο ξεροπήγαδο που υπάρχει ανάμεσα στο χώρισμα και τα τείχη. Τώρα, ύστερα από τριάμισι χρόνια ίσως να χει λιώσει».
Εκείνο που χαρακτηρίζει την αφήγηση του ήρωα Γλέζου είναι η προσπάθεια απλοποίησης του τεράστιου κατορθώματός του. Λιτά, σπαρτιατικά περιγράφει τον τιτάνειο αγώνα τους, αγώνα δύο παιδιών, δύο ελληνόπουλων όμως, ενάντια στο πανίσχυρο τότε μεγάλο όπως γράφει η «Ελευθερία» Ράιχ που χε σαν αποτέλεσμα τέτοια περίτρανη νίκη, που να τη διαλαλήσουν οι συμμαχικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, στους υπόδουλους λαούς της Ευρώπης σαν υπέροχο παράδειγμα και φωτεινή καθοδήγηση στο δρόμο που έπρεπε να ακολουθήσουν κατά του κατακτητή». Και τελειώνει ο Μανώλης Γλέζος με τα εξής: «Ο προδομένος λαός μας, ο σκλαβωμένος λαός μας τις τραγικές εκείνες στιγμές της καταστροφής ζητούσε κάτι, ποθούσε κάτι, κάτι το ελπιδοφόρο, το ενθαρρυντικό, το τίμιο, το αγνό, το πατριωτικό. Και εκείνο που περίμενε έγινε. Ήταν καθορισμένο από τις ανάγκες των στιγμών εκείνων. Ήταν η συμπύκνωση των πόθων του λαού για πάλη…ήταν ο ηλεκτρικός σπινθήρας, το σύνθημα που περίμενε για να αρχίσει τον ηρωικό του αγώνα. Ήταν ότι ποθούσε και ζητούσε. Απλοί ερμηνευτές, εκφράσαμε τη συμπυκνωμένη σε μας, κείνη τη στιγμή θέληση του λαού: Το φασιστικό σύμβολο με τον αγκυλωτό σταυρό έπρεπε να κατέβει από το βράχο της Ακρόπολης…»
Με τη σεμνότητα που διακρίνει εκείνους που γράφουν την ιστορία, μας εξηγεί, ο Μαν. Γλέζος πως η αδάμαστη ψυχή του εξάρθηκε στα ύψη της απόλυτης περιφρόνησης προς την τόσο νέα και με τόσο πλούσιο περιεχόμενο ζωή του, για να προσφερθεί ολοκαύτωμα στον άγιο σκοπό της Απελευθέρωσης.
Εφ. «Κυκλαδικά Νέα», Α.Φ. 1 (173), 28-04-1945
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου