Ένα από τα κριτήρια αξιολόγησης του έργου της σχολικής μονάδας, που εισάγει το νέο πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας, είναι οι επιδόσεις των μαθητών Λυκείου στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Πολύ σωστά δεν είναι το μόνο ούτε το βασικό κριτήριο. Είναι όμως και αμφιλεγόμενο, δεδομένου ότι –όπως πολλοί ειδικοί ερευνητές έχουν αποδείξει– η σχολική επίδοση γενικότερα και η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ειδικότερα, σχετίζονται θετικά προπάντων με το κοινωνικό-μορφωτικό και οικονομικό επίπεδο της οικογένειας του μαθητή. Η διαπίστωση αυτή δεν ακυρώνει τον ατομικό παράγοντα, αλλά, τον τοποθετεί σε ένα πιο ρεαλιστικό πλαίσιο και τον συναρτά με τις αναπόδραστες προϋποθέσεις του.
Αλλά πώς και τι ακριβώς μετράει η εικοσαβάθμια κλίμακα στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο; Στηρίζεται σε ποσοτικά και ποιοτικά ελέγξιμα τεκμήρια (διαγωνίσματα, τεστ, εργασίες, παρουσιάσεις, ημερολογιακές καταγραφές κ.ά.); Αποτυπώνει αντικειμενικά και αξιόπιστα τις πολύπλευρες δεξιότητες που ο μαθητής εκδηλώνει στο σχολείο (π.χ. την ικανότητα κατανόησης, ανάλυσης, σύνθεσης, εφαρμογής, και αξιολόγησης γνώσεων, την ικανότητα επικοινωνίας και συνεργασίας με τους άλλους) ή, μήπως, μετράει μόνο –και με αβέβαιο τρόπο– την απομνημόνευση σπαραγμάτων της εξεταστέας ύλης;
Δυστυχώς, οι σχολικοί βαθμοί αντιμετωπίζονται από πολλούς γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς σαν «φετίχ». Έχουν δηλαδή μυθοποιηθεί. Ωστόσο, η βαθμοθηρία, η «αριστειομανία» και άλλα συναφή με τον ανταγωνιστικό ατομικισμό λειτουργούν αποπροσανατολιστικά, συσκοτίζοντας τα ουσιαστικά προβλήματα της εκπαίδευσης. Ένας φλεγματικός παρατηρητής θα υποστήριζε, εξάλλου, ότι οι επιτυχίες στις Πανελλαδικές Εξετάσεις οφείλονται μάλλον στη λειτουργία καλών φροντιστηρίων στη γειτονιά του σχολείου. Άλλος, πιο κυνικός, θα παρατηρούσε ότι γονείς και μαθητές ενδιαφέρονται αποκλειστικά για τον Βαθμό Πρόσβασης και ποσώς για την ορθολογική λειτουργία του Λυκείου, την ακριβοδίκαιη αξιολόγηση, την «αναβάθμιση του ρόλου του εκπαιδευτικού» και άλλους ευσεβείς πόθους. [Στην Ελλάδα με αξιοθαύμαστη συνέπεια μετατρέπονται τα σοφιστικέ σχέδια σε κουρελόχαρτα]. Υπ' αυτούς τους όρους προκύπτει –όχι σπάνια– ο «πληθωρισμός» αριστούχων.
Συμπερασματικά: Ένας αριθμός (ο σχολικός βαθμός) δεν συμπυκνώνει την αναπτυσσόμενη προσωπικότητα ενός εφήβου. Ούτε συμβάλλει στην αυτογνωσία του αν δεν απομυθοποιηθεί.
Παναγιώτης Γατσωτής, φιλόλογος του Λυκείου Νάξου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου